Επιμέλεια: Γαστρονόμος
Φωτογραφία: Γιώργος Δρακόπουλος
Έχω ένα πρόβλημα με τους οπαδούς οποιουδήποτε πράγματος -φαγητού, ομάδας ποδοσφαίρου, κόμματος-, γιατί θεωρώ επικίνδυνους τους δογματισμούς, ακόμη και αυτούς του φαγητού.
Πράγματι, τα φύτρα έχουν εξαιρετική διατροφική αξία. Φύτρα από σόγια (χωρίς Escherichia coli Γερμανίας), από φακές, από μοσχοσίτι ή τριγωνέλλα και από φασόλια.
Επίσης, δεν θα διαφωνήσω με κανέναν χορτοφάγο στο ότι ο Πυθαγόρας καταδίκαζε τα κουκιά και επέβαλλε τη χορτοφαγία στους οπαδούς του.
Φυσικά και δεν κάνει καλό η υπερκατανάλωση κόκκινου κρέατος, αλλά ποιος είπε ότι πρέπει να τρώμε κόκκινο κρέας από το πρωί μέχρι το βράδυ; Οι «αρχαίοι ημών πρόγονοι» ήταν οπαδοί του μέτρου, το μέτρον σε όλα ήταν ο βασικός τους πολιτιστικός χαρακτήρας. Οτιδήποτε ξέφευγε από αυτό ήταν αποβλητό και αποβλητέο.
Οι αγιατολάδες των λατρευτών του ψητού κρεμμυδιού δεν μου είναι απλώς αδιάφοροι, μου είναι εχθρικοί. Τον τελευταίο καιρό, οι οπαδοί του new age, της νέας εποχής, νέων λαών χωρίς ιδεολογία και πολιτισμό, προσπαθούν να μας θυμίσουν ότι υπήρχε το Δωδεκάθεον, γιατί δεν έχουν τι άλλο να πουν. Είναι λαοί χωρίς βάθος πολιτισμού και δεν τους έχουμε ανάγκη για να στηρίξουμε το οτιδήποτε εδώ.
Δεν θέλω να καταλήξω μακροβιοτικός, ώστε να μην μπορώ να φάω για θρησκευτικο-ιδεολογικούς, διατροφικούς λόγους μια γινωμένη ωμή τομάτα. Οι μακροβιοτικοί τρώνε τα πάντα βρασμένα· εγώ όμως προτιμώ το μαρούλι ωμό και βιολογικό.
Πολιτισμό διαθέτουμε, και μάλιστα ορθόδοξο και ελληνικό, που ιδεολογικά μάς οδηγεί στο να φάμε και μπιφτέκια ή παϊδάκια πού και πού. Και θα ακούσω την κραυγή του χοιρινού που σφάζεται όσο θα ακούσω και την «κραυγή» του καρότου που ξεριζώνεται. Για όσους μελετούν την αρχαία φιλοσοφία, θα ξέρουν ότι κάποια στιγμή η Ελλάδα σταμάτησε να παράγει πολιτισμό, έχοντας, μεταξύ άλλων, χάσει το παιχνίδι από την πρόοδο που κατήργησε το αέναον.
Καλά είναι τα χορταρικά, τα οποία γεύομαι με πολλή ευχαρίστηση, αλλά δεν λέω «όχι» και σε ένα συμπυκνωμένο «χορταρικό», όπως ένα αρνίσιο παϊδάκι, και ας με συγχωρέσει ο Θεός.