Κείμενο: Δημήτρης Ρουσουνέλος
Φωτογραφία: Βαγγέλης Καρατζάς
Αθήνα ηλιόλουστη. Τουρίστες στο καταχείμωνο, θαρρείς άνοιξαν κάθε πόρο του σώματός τους να μαζέψουν μέσα τους όσα στοιχεία επιμένουν σε καιρό κρίσης να συνθέτουν το είναι αυτής της χώρας: πολιτισμό, ζεστασιά, έξω καρδιά, αλεγρία, δημιουργική αταξία. Συνάζουν ψηφίδες πολιτισμού σαν θερμοσυσσωρευτές. Κάποιοι θα εκπέμψουν φως επιστρέφοντας στα σπίτια τους: Ωραία η Ελλάδα... και οι Έλληνες, βιώνουν με τον χειρότερο τρόπο την οικονομική κρίση, μα τη διαχειρίζονται.
Όχι όλοι! Πριν από χρόνια, μου είχε πει η Μαρίζα στην Πλάκα: «Κάποιοι φεύγουν από το ξενοδοχείο τους με ωραίο πρωινό ήλιο και νομίζω με άγνοια κινδύνου». Τη θυμήθηκα ως τουρίστας τώρα κι εγώ, κι ας μην είχα άγνοια. Την ελάχιστη ανάγκη για ένα καλό φαγάκι μετά από θεατρική παράσταση είχα. Δεν θα μπω σε λεπτομέρειες. Τακτοποιηθήκαμε οικογενειακώς κάπου στο βάθος, που «δεν ήταν ρεζερβέ», όπως μας υπέδειξαν. Πέρασαν πάνω από δεκαπέντε λεπτά αναίτιας αναμονής πριν ζητήσω να μιλήσω στον μετρ: «Θέλουμε να μας περιποιηθείτε. Αν υπάρχει κάποια αδυναμία να το ξέρουμε...». Το «όχι, όχι, κύριέ μου», ταίριαζε στο σενάριο μιας άλλης, μιας κακής παράστασης. Όπως έδεναν σκηνοθετικά τα εφέ με τα «ρεζερβέ» στα τραπέζια της πρώτης σειράς, έξω, στη λαμπερή περατζάδα της στοάς. Πέρασαν ακόμα δεκαπέντε αμήχανα λεπτά. Ο σερβιτόρος φάνηκε να μην ήθελε με τίποτα να πάρει παραγγελία. Φύγαμε. Αφήσαμε και φιλοδώρημα!
Αναρωτιέμαι αν ήμουν τουρίστας πώς θα ένιωθα. Σε μια πόλη σαν την Αθήνα, που εξελίσσεται σε προορισμό χειμώνα-καλοκαίρι, οι επισκέπτες δεν είναι πια τράνζιτο στο πέρασμα για τα νησιά. Την επιλέγουν άνθρωποι που συνήθως σέβονται κάθε ευρώ που ξοδεύουν στο ξενοδοχείο, στο εστιατόριο και στο ταξί που θα τους εξυπηρετήσει. Σε όλη την γκάμα υπηρεσιών και σε όλες τις κατηγορίες ο σεβασμός αντανακλάται. Όταν κάποιος έχει σεβαστεί το φαγητό που σου προσφέρει, το ευχαριστιέσαι και το σέβεσαι. Από το street food έως τον πιο λουσάτο χώρο με ακριβοπληρωμένο design, άλλωστε, στο εστιατόριο πας για φαγητό. Έχεις πεινάσει, θες να χορτάσεις, θες και την περιποίησή σου. Κάποιον να σε φροντίσει. Αλλιώς, μένεις σπίτι και τρως αυγά μάτια.
Άραγε τα ρεζερβέ τραπέζια της πρώτης σειράς υποδέχθηκαν τελικά, κάποιους που είχαν σχέση με τον πολιτιστικό θεσμό του εστιατορίου και με την αναγκαία και ικανή συνθήκη που το γέννησε: τη θρέψη, τη χόρταση, την απόλαυση του φαγητού; Δεν έχω απάντηση. Κάποιες ματαιοδοξίες ίσως εξυπηρετήθηκαν και πιθανόν να είχαν αντίκρισμα στον λογαριασμό. Κανένα πρόβλημα αν ο σερβιτόρος ήταν επαγγελματίας κι αν είχε τις σωστές οδηγίες από τη διεύθυνση. Το εστιατόριο κατά μία εκδοχή εφευρέθηκε αρχικά και για να γλιτώσει τον τουρίστα από τα νύχια του πανδοχέα. Είναι κρίμα να πέφτει σε χέρια αετονύχηδων επαγγελματιών. Κάποια ισορροπία είναι απαραίτητη, καθώς όλοι πρέπει να απολαμβάνουμε την ευφροσύνη που αναζητούμε. Και εκείνοι που επιλέγουν ένα πιάτο φαγητό, και όσοι αρέσκονται στις φυσαλίδες