Κείμενο: Δημήτρης Ρουσουνέλος
Φωτογραφία: Βαγγέλης Καρατζάς
Με μια κουταλιά γλυκό κουταλιού κουφέτο ξαναφέρνω τη Μήλο στη γευστική μου μνήμη. Λευκή ντόπια κολοκύθα κι ένα αμυγδαλάκι δίνουν λάμψη πάνω σε ένα λοφάκι γιαούρτι. Είναι το γλυκό της χαράς, η προσφορά του γάμου, η ευχή για μια γλυκιά ζωή. Με ιστορική πορεία πολλών παθών από εσωτερικούς κι εξωτερικούς εχθρούς –Αθηναίους, Βενετσιάνους, Τούρκους, πειρατές–, τη δικαιούται το νησί τη γλυκιά ζωή.
Στη Μήλο ανακάλυψα «πρασίνην πέτραν ωραιοτάτην». Εκείνη που σε κρατά μαγεμένο κι από προϊόν, πιάτο, συνήθεια, σιγά σιγά γίνεται τόπος, σημείο αναφοράς κι εν τέλει στοιχείο ταυτότητας. Από τον Αδάμαντα έως τον Χάλακα κι από το πολυφωτογραφημένο Κλήμα έως την Πολλώνια. Η Μήλος του οψιδιανού λίθου, της Αφροδίτης, των κατακομβών, της κόκκινης οχιάς, της εκπληκτικής ακτογραμμής.
Η δημόσια εστίαση εδώ έχει στοιχεία γνήσιας κυκλαδίτικης κουζίνας. Ο επισκέπτης θα βρει εστιατόρια με ευρύτερο ελληνικό χαρακτήρα και σύγχρονη ματιά. Τo νησί έχει αυτάρκεια στο κρέας, χάρη στα χιλιάδες αιγοπρόβατα. Τα ντόπια τυροκομικά υπάρχουν παντού. Με τον νέο νόμο περί οικοτεχνίας αξιοποιείται η εμπειρία ντόπιων κτηνοτρόφων στην παραδοσιακή τυροκομία. Δύο οικοτεχνικά τυροκομεία παράγουν σήμερα εξαιρετικά αιγοπρόβεια τυριά: ξινομυζήθρα, σκοτύρι, ανθότυρο και τη μανούρα, που καθώς ωριμάζει ονομάζεται μελίχλωρο και εξελίσσεται συν τω χρόνω στο σκληρό τυρί της Μήλου, προστατευμένο με ελαιόλαδο και αρωματισμένο με ντόπιο θρούμπι.
Πειραματική και πολλά υποσχόμενη η προσπάθεια παραγωγής μηλαίικου κρασιού. Χάρη στη φροντίδα ενός παθιασμένου δασολόγου, αποδίδονται κάποιες –λίγες προς το παρόν– εκτάσεις πληγωμένου από τις εξορύξεις τοπίου στην καλλιέργεια της αμπέλου. Οι πρώτες φυτεύσεις: 17,5 στρέμματα Ασύρτικο, 13,5 στρέμματα Μαυροτράγανο, Μαντηλαριά και Ψαροσύρικο. Έχει δρόμο ακόμα το νησί για να αποκτήσουν χαρακτήρα τα κρασιά του. Έχει όμως ανθρώπους που προσπαθούν. Υπάρχει ήδη επισκέψιμο οινοποιείο, η Σπηλιά, στην ευρύτερη περιοχή της Πολλώνιας.
Χαρήκαμε αυτή την πρώτη επίσκεψη στη Μήλο με την καθοδήγηση εστιατόρων, ξενοδόχων, τυροκόμων, αμπελουργών του νησιού. Ονειρεύονται ένα νησί με εξωστρέφεια. Επικοινωνούν σήμερα με υλικά που συνθέτουν τον μηλαίικο πολιτισμό και την παράδοση. Διακριτικά παρακολουθούν τι συμβαίνει γύρω τους: στη Σαντορίνη, στη Μύκονο, στην Τήνο, στη Σύρο. Γνωρίζουν ότι μπορούν, έχουν υλικό. Μ’ αυτό θα φύγουν μπροστά, θα δημιουργήσουν έναν μύθο, ένα εφαλτήριο. Ας μην είδαν φως από ντόπιους, περιφερειακούς, κρατικούς φορείς. Μέτρησαν δυνάμεις, μετρήθηκαν, βρέθηκαν λίγοι... αλλά με μόνη έγνοια να τραβήξουν μπροστά. Γι’ αυτό πάλεψαν ιδίοις αναλώμασι, με περίσσευμα καρδιάς, χωρίς φειδώ. Αρμάτωσαν σκαρί δικό τους. Το ενέταξαν στον φυσικό του χώρο, στη γευστική αρμάδα των Κυκλάδων, με τη δικιά του ρότα στο ταξίδι. Το μέλλον ήδη τους γνέφει. Είναι όλο δικό τους.
* Νίκου Καζαντζάκη, «Ζορμπάς»