Κείμενο: Δημήτρης Ρουσουνέλος
Φωτογραφία: Shutterstock
Ανήμερα του Αγίου Ευφροσύνου και η σκέψη στους μάγειρες. Στα παιδιά των μαγειρείων, στις αγριεμένες θάλασσες της κατσαρόλας τους. Συναντώ τις δικτυωμένες σκιές τους στην πίσω πόρτα των εστιατορίων. Τα πρόσωπά τους φωτίζονται σαν πυγολαμπίδες: ένα γεια σε φίλους, ένα like στον τοίχο, ένα βιαστικό emoticon, ένα βιαστικό τσιγάρο. Μαγειράκια, καύτρες πυρακτωμένες. Διανύουν κύκλους, σβήνουν στη θάλασσα τα κουρασμένα τους κορμιά, τέλος σεζόν. Το πρώτο μπάνιο Σεπτέμβρη μήνα. Θα μιλάνε γι’ αυτό έναν ολόκληρο χειμώνα.
Το μαγειράκι του Συναξαριστή ήταν ένα φτωχό, αγράμματο παιδί αγροτικής οικογένειας. Απ’ όταν διάβηκε την πόρτα του μοναστηριού, διακόνησε τη μαγειρική με συνέπεια και αφοσίωση. «Κατεφρονείτο υπό όλους και περιεπαίζετο». Και όμως, το έσχατο αυτό θύμα μπούλινγκ, το αντικείμενο χλευασμού και περιφρόνησης αγίασε. Γνώρισε τα αγαθά του Παραδείσου και τα μοιράστηκε με καλοσύνη και καρτερία. Μοιράστηκε αυτό στο οποίο αφοσιώθηκε, το διακόνημά του. Δεν πίστεψε απλώς αυτό που έκανε. Το αγάπησε. Δεν ήταν καλός μόνο για τον εαυτό του. Ήταν και για τους άλλους.
Δώσε κλότσο να γυρίσει…
Ήτανε μια φορά κι έναν καιρό, δεν πάει πολύς καιρός, που γνώρισα έναν μάγειρα διαφορετικό, βγαλμένο από παραμύθι. Άγγελο χωρίς ρομφαία, με κουτάλα και μια μεγάλη αγκαλιά, σαν ταψί. Εμφανίστηκε μπροστά μου, αστείος και αλευρωμένος. Σαν να τσακώθηκε με φούρναρη.
Επέστρεφε από εκδήλωση σε ορεινό χωριό της Τήνου. Κάλεσε τα παιδιά να δουλέψουν το αλεύρι σαν γνήσιοι φουρναραίοι της παλιάς εποχής κι εκείνα πήραν ζεστά τον ρόλο τους. Γίνανε ένα με τον μάστορα και τις βοηθούς του κι όσο περίμεναν να φουσκώσει το ζυμάρι, γίνανε ένα και με το αλεύρι. Αλευρομαχία σωστή! Νικητής, η χαρά της μαγειρικής και της δημιουργίας.
Περνώ συνειρμικά από τον Ευφρόσυνο τον μάγειρα στην ασκητική, τη διεκδικητική μορφή του Ιάκωβου. Διακονεί τη μαγειρική στην κουζίνα του Τζάνειου Νοσοκομείου κι έχει ένα όνειρο: να ταΐζει τον ασθενή ένα πιάτο φαγητό αξιοπρεπές. Κάνει αλλαγές, όσο του επιτρέπεται. Να παίρνει ευχαρίστηση ο άνθρωπος με την τροφή, να βρίσκει την υγειά του, λέει.
Θέλει να υπερκεράσει φραγμούς του συστήματος. Πιστεύει ότι κάπου εκεί έξω κάποιοι έχουν τον τρόπο να συνδράμουν. Είναι οραματιστής, του λείπουν όμως πράγματα πεζά: μια κιμαδομηχανή με ψύξη, μια ζαμπονομηχανή, ένας φούρνος και κυρίως σύνδεση με το δίκτυο για να δουλεύει η κουζίνα με αέριο.
Οραματίζεται μια πρότυπη κουζίνα που θα φτιάχνει φαγητό με αξιοπρέπεια, που θα φέρει κοντά τον Ιπποκράτη, τον σημερινό γιατρό και τον σύγχρονο μάγειρα σε έναν ερευνητικό διάλογο για τη μέσα από την τροφή βελτίωση της υγείας και της ποιότητας ζωής του ασθενούς.
Ακούει κάποιος; Ιδιώτης, κράτος; Έχουμε ήδη το κυριότερο, τον τρελό του χωριού και την ομάδα του. Ψήνονται κι άλλοι σιγά σιγά. Θα ανακατέψουν τα υλικά για να γίνει απολαυστική η σαλάτα. Αξίζει να τολμήσουμε, κάνει καλό στην υγεία!