Κείμενο: Γιάννης Λεμονής
Φωτογραφία: Γιάννης Λεμονής
Μέσα στους αιώνες της γαστρονομικής παράδοσης των Ελλήνων κάποια πράγματα έχουν παραμείνει ίδια και κάποια, όπως είναι φυσικό, έχουν αλλάξει. Μέχρι τώρα έχουμε ασχοληθεί περισσότερο με το τι έτρωγαν. Εχει όμως πολύ ενδιαφέρον να δούμε λίγο και με ποιον τρόπο έτρωγαν.
Πρώτα απ’ όλα, όπως έχουμε πει ξανά, τα καθημερινά τους γεύματα τα έτρωγαν καθισμένοι στο πάτωμα, γύρω από ένα στρογγυλό χαμηλό τραπέζι, όπως ακριβώς εξακολουθούν να κάνουν σε πολλά ελληνικά χωριά, αλλά και σχεδόν σε όλη την ανατολική Μεσόγειο. Τοποθετούσαν τα φαγητά πάνω στο τραπέζι και ο καθένας έπαιρνε και έβαζε σε ένα πιάτο, το «πινάκιο», που είχε μπροστά του.
Η διαφορά με το συμπόσιο είναι πως εκεί οι καλεσμένοι ήταν ξαπλωμένοι στα ανάκλιντρα, τα οποία ήταν τοποθετημένα περιμετρικά στο δωμάτιο. Στη μέση δεν υπήρχε ένα μεγάλο τραπέζι, αλλά μπροστά στον καθένα υπήρχε ένα μικρό ατομικό τραπέζι, κάτι σαν δίσκος με πόδια. Οι υπηρέτες περνούσαν με τα διάφορα φαγητά και καθένας έπαιρνε και έβαζε στο πιάτο του ό,τι ήθελε.
Ασχέτως όμως του αν ήταν ένα απλό καθημερινό γεύμα ή ένα βασιλικό συμπόσιο, όλοι έτρωγαν με τα χέρια. Για να κόψουν το κρέας, χρησιμοποιούσαν μαχαίρια. Αν το φαγητό ήταν υδαρές, χρησιμοποιούσαν κουτάλια ή την κόρα του ψωμιού. Την ψίχα του ψωμιού συνήθως τη χρησιμοποιούσαν για να σκουπίζουν τα δάχτυλά τους. Υπήρχε μάλιστα και ειδικό ψωμί γι’ αυτόν το σκοπό. Αν το φαγητό ήταν πολύ ζεστό και βέβαια αν δεν ήθελαν να λερώσουν τα χέρια τους, χρησιμοποιούσαν ειδικές μυτερές δαχτυλήθρες από σίδερο ή πολύτιμα μέταλλα. Με αυτόν τον τρόπο έτρωγαν σε όλη τη διάρκεια της αρχαιότητας μέχρι και τα πρώτα βυζαντινά χρόνια. Η χρήση των πιρουνιών ήταν άγνωστη.
Πιρούνια βέβαια υπήρχαν από αρχαιοτάτων χρόνων στην Αίγυπτο και την Ελλάδα, τα χρησιμοποιούσαν όμως μόνο για το μαγείρεμα ή για να βγάζουν τα κρέατα από τη φωτιά. Γύρω στον 7ο αιώνα άρχισαν να χρησιμοποιούνται πιρούνια φαγητού στα τραπέζια των Βυζαντινών αυτοκρατόρων, ενώ στον υπόλοιπο κόσμο ήταν εντελώς άγνωστα. Στην Ευρώπη τα πιρούνια εμφανίστηκαν τον 11ο αιώνα, όταν μια Βυζαντινή πριγκίπισσα (η Μαρία Αργυρή, ανιψιά του Βασιλείου Β΄ Βουλγαροκτόνου, ή κατά άλλους η Θεοδώρα Δούκαινα, κόρη του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Δούκα) παντρεύτηκε τον δόγη της Βενετίας και μέσα στην προίκα της είχε και μια θήκη με χρυσά πιρούνια. Οι Βενετσιάνοι, όμως, δεν τη συμπαθούσαν καθόλου λόγω της πολύ εκλεπτυσμένης και αριστοκρατικής συμπεριφοράς της. Οταν λοιπόν την είδαν να τρώει έτσι, ξέσπασε σκάνδαλο. Η Εκκλησία καταδίκασε τη συμπεριφορά της, λέγοντας πως αυτό ήταν ασέβεια προς τον Θεό που μας προίκισε με δάχτυλα για να τρώμε. Ομως, με το πέρασμα των αιώνων, οι Ιταλοί αριστοκράτες υιοθέτησαν τη συνήθεια και τα πιρούνια διαδόθηκαν σε όλη την Ευρώπη. Επίσης, η εν λόγω πριγκίπισσα καθιέρωσε και άλλες συνήθειες της βυζαντινής αυλής, όπως τα finger bowls (σ.σ.: μπολ με νερό όπου ξεπλένουν οι καλεσμένοι τα δάχτυλά τους) και τις πετσέτες φαγητού.