Κείμενο: Δημήτρης Ρουσουνέλος
Φωτογραφία: Μαρία Κωνσταντακάκη
Σταθήκαμε πρόσφατα μπροστά στον πάγκο παρουσίασης κρασιών οινοποιείου από ακριτικό νησί. Επτακόσιους κατοίκους κατέγραψε η τελευταία απογραφή. Ανάμεσά τους κάποιοι βρήκαν τον τρόπο να πιάσουν το νήμα από εκεί που παλιότερα το είχαν αφήσει. Παρήγαγαν οίνο σε δικό τους, τοπικό, σύγχρονο οινοποιείο. Τα πρώτα δειλά, μα αξιοπρεπή βήματα αυτής της, υψηλού ρίσκου για την εποχή μας, προσπάθειας κέρδισαν τον δικό μας τουλάχιστον ουρανίσκο.
Απολαμβάναμε το κρασί, καθώς οι άνθρωποί του με ιδιαίτερη σεμνότητα μας μίλαγαν πιο πολύ για τον τόπο τους και την οινική του παράδοση και λιγότερο για το προϊόν τους. Τρεις εμφιαλώσεις: Λευκό από Ασύρτικο και Αθήρι, γλυκό από λιαστό Φωκιανό (του γνωστού ακριτικού οινικού τόξου: Ικαρία, Δωδεκάνησα) και ένα ροζέ που ετοιμάζεται από Φωκιανό επίσης. Ηπιαμε λίγο παραπάνω, με την αίσθηση πως τέτοια ευκαιρία την έχεις σπάνια. Κυρίως είναι σπάνια η ευκαιρία να σου αποκαλυφθεί η άγονη γραμμή με όλη τη γόνιμη ομορφιά του κόπου των ανθρώπων της. Γενναία κίνηση η αναβίωση ενός παλιού αμπελώνα σε έναν τόπο. Γενναία όσο και ευγενική, κυρίως όταν η επιλογή κατευθύνεται προς γηγενείς ποικιλίες. Ευ-γενική, με την αριστοτελική έννοια της «εξ αγαθού γένους» και γενναία «ως μη εξισταμένη εκ της αυτού φύσεως», διατηρούσα δηλαδή τα χαρακτηριστικά του γένους της, όπως πριν από χρόνια κατέγραφε η Σταυρούλα Κουράκου.
Κι επειδή τα πράγματα έχουν όνομα: το νησί είναι οι Λειψοί. Υποδειγματικός νησιωτικός τόπος στις υποδομές και στην αειφόρο προοπτική του. Ανήκει στα Δωδεκάνησα και στην πραγματικότητα αποτελεί -άσημη και άγνωστη στους πολλούς- συστάδα νησιών κάπου ανάμεσα σε Λέρο και Πάτμο. Ευτύχησαν να έχουν για χρόνια μια εμπνευσμένη διοίκηση. Ενας τόπος που παράγει κρασί είναι ένας ωραίος τόπος με ωραίους ανθρώπους. Ευκαιρία να το επιβεβαιώσουμε πίνοντας το κρασί τους.
Ονομαστά κρασιά μικρών τόπων αποτελούν συχνά καταφύγιο για ευφραντικές στιγμές απόλαυσης όσων γνωρίζουν να χαίρονται το ξεχωριστό. Η περίπτωση της Σαντορίνης δεν είναι μοναδική στον κόσμο και ιδιαίτερα στη Μεσόγειο. Σπάνια πετυχαίνει η προσπάθεια και όμως, αν αντέξει σε βάθος χρόνου, μπορεί να αποδειχθεί και γενναιόδωρη. Η ανταμοιβή όσων επιμένουν προς αυτή την κατεύθυνση αργεί, αλλά κάποτε φτάνει.
Η υποστήριξη της μοναδικότητας και των ιδιαιτεροτήτων των κρασιών που προκύπτουν μπορεί να αποδειχθεί εργαλείο δυναμικό για να ξεχωρίσουν και να κατακτήσουν τα όρια του μύθου.
Ευκαιρία αυτό το καλοκαίρι να γνωρίσουμε το κρασί των δεκάδων Ελλήνων παραγωγών που ζωντανεύουν με σύγχρονη φροντίδα και γνώση οινοποιήσεις παραδοσιακών ποικιλιών. Δίνουν τον ωραίο αγώνα της τοπικής ποικιλίας. Και αυτή είναι μια μάχη ταυτότητας και πολιτισμού, και σαν τέτοια πρέπει να κερδηθεί.