Κείμενο: Αλέξανδρος Γιώτης
Είναι σαφές ότι τον τελευταίο καιρό όλα της μαγειρικής λέγονται σε -άκι. Πιπεράκι, αλατάκι, ντοματίτσα, σαλτσούλα, πατατούλα, κρεατάκι. Δεν έχω ακούσει ακόμη μαϊντανούλι, αλλά φαντάζομαι ότι θα έρθει κι αυτό. Το έχουμε ξαναπεί, τα υποκοριστικά δείχνουν μια παρακμή. Και έχουμε ξαναπεί ότι το φαγητό και η επικοινωνία είναι οι δύο φορείς πολιτισμού του κάθε λαού. Γινόμαστε Ελληνες, Εσκιμώοι, Κινέζοι, Κονγκολέζοι, Περουβιανοί από τη γλώσσα που μιλάει η μητέρα μας και από τις μυρωδιές της, από το φαγητό. Αυτά μας διαμορφώνουν. Επειδή το έδεσμα στο πιάτο κουβαλάει την ιστορία του και τον πολιτισμό του, βεβαίως, όταν η παρακμή χτυπήσει την κοινωνία, θα χτυπήσει και το έδεσμα στο πιάτο. Η αφόρητη ξενομανία, αλλά και η αφόρητη αλαζονεία των περισσότερων μαγείρων, οδηγούν και το φαγητό στην παρακμή. Προσωπικώς, αλλιώς τρώω μ’ ένα κουταλάκι κι αλλιώς μ’ ένα κουτάλι. Το κρεμμυδάκι είναι διαφορετικό από το κρεμμύδι. Και αυτά απλώς για να συνεννοηθούμε. Μετά, προκύπτουν οι αφροί και οι αέρηδες και τα διάφορα δήθεν επί του πιάτου.
Το σημαντικό είναι να μπορέσουμε να βρούμε έναν σωστό κώδικα επικοινωνίας. Η κρίση άλλωστε καρτερεί στη γωνία και τους πιο δημιουργικούς. Τα περί νοικοκυράς και σπιτικού φαγητού συνοδευμένα από τα υποκοριστικά τους δεν ταιριάζουν σε εστιατόρια. Εκεί, έχω την απαίτηση να φάω κάτι που δεν μπορώ να κάνω σπίτι, και μάλιστα σε λογική τιμή. Ούτε γεμιστούλια ούτε γεμιστά σε ντοματούλες με σαλτσούλα.