Κείμενο: Τασούλα Επτακοίλη
Φωτογραφία: Βαγγέλης Ζαβός
Μία μέρα στα Μποζαΐτικα της Πάτρας με την οικογένεια του Θανάση Παρπαρούση, που επιμένει -με μεράκι και σεβασμό στο αμπέλι πάνω από όλα- στην παραγωγή σπουδαίων κρασιών.
Με τον Θανάση Παρπαρούση στρώνουμε τραπέζι. Σερβίρουμε τα πιάτα -πρώτα, κυρίως, συνοδευτικά, επιδόρπιο- και επιλέγουμε τα κατάλληλα κρασιά. Και μολονότι αυτό γίνεται... νοερά, η διαδικασία καθόλου δεν μας στερεί τη χαρά που προσφέρει ένα δείπνο με αγαπημένους φίλους. Γιατί η οικογένεια Παρπαρούση, ακόμη και αν ελάχιστα τη γνωρίζεις, έχει έναν μοναδικό τρόπο να σε κάνει να αισθάνεσαι δικός τους άνθρωπος.
Ας επανέλθουμε όμως σε αυτό το κατά φαντασίαν δείπνο. «Ξεκινάμε με αυγοτάραχο Μεσολογγίου ή -μια πιο οικονομική επιλογή- θαλασσινά, όπως κυδώνια ή ακόμη και γυαλιστερές γκρατινέ στο φούρνο. Τα συνοδεύουμε με Δώρα του Διονύσου, λευκό από Σιδερίτη. Συνεχίζουμε με Δώρα Διονύσου Cava από Ασύρτικο και Αθήρι δίπλα σε μια μελιτζανοσαλάτα, μια ωραία χειμωνιάτικη πρασόπιτα ή μύδια, όπως τα φτιάχνουν στη Βουργουνδία, με βούτυρο ή σκόρδο. Μια Νεμέα Reserve φτάνει στο τραπέζι μας μαζί με αρνάκι στο φούρνο αρωματισμένο με μαντζουράνα ή μια μακαρονάδα με μανιτάρια. Αν ακολουθήσει κι άλλο κρέας -φιλέτα με πιπέρια ή τετράποδο κυνήγι-, τα ποτήρια μας θα γεμίσουν με ΤΑΟS - ξηρή οινοποίηση της Μαυροδάφνης. Στο κλείσιμο θα επιλέξουμε ένα Μοσχάτο Ρίου Πατρών ή μια γλυκιά Μαυροδάφνη, για να τη συνδυάσουμε με ένα γλύκισμα με σοκολάτα. Ιδανικός επίλογος ένας καφές, με ένα ποτηράκι απόσταγμα οίνου παλαιωμένο».
Μια ζωή για το κρασί
Με την γκάμα των ετικετών του, το αχαϊκό οινοποιείο μπορεί να υποστηρίξει με τον καλύτερο τρόπο και το πιο απαιτητικό γεύμα, από το άλφα έως το ωμέγα. Ισως γιατί ο ίδιος ο ιδρυτής του έχει απαιτήσεις - από τον εαυτό του πάνω απ’ όλα. Ο Θανάσης Παρπαρούσης είναι ένας από τους λίγους Ελληνες οινοποιούς που πολύ νωρίς πίστεψαν ότι το ελληνικό κρασί αξίζει και μπορεί να πάει πολύ πιο πέρα από το χύμα της ταβέρνας και τα άνευ φιλοδοξιών εμφιαλωμένα, να βγει με αξιώσεις ακόμη και εκτός συνόρων - όταν οι περισσότεροι χαμογελούσαν ειρωνικά στο άκουσμα και μόνο ενός τέτοιου «σεναρίου». Γαλλοτραφής, με τον οίνο και τα αποστάγματα στο γονίδιό του (ο πατέρας και ο θείος του ήταν ποτοποιοί), με σπουδές στην Ντιζόν και με αυτό το όραμα, δημιούργησε το 1974, μαζί με τη σύζυγό του Βάσω, ένα πρωτοποριακό για την εποχή του οινοποιείο. Είχε κλιματιζόμενους χώρους, σταθερή θερμοκρασία, άζωτο στις δεξαμενές του - άγνωστες λέξεις για πολλούς στην Ελλάδα τότε.
Το πέτρινο αρχοντικό του 1880 ξεπροβάλλει ανάμεσα σε λεμονιές, πορτοκαλιές, κυπαρίσσια και πίσω από έναν υπεραιωνόβιο πλάτανο. Γάτες και σκύλοι τρέχουν εδώ κι εκεί ή ξαπλώνουν νωχελικά στα σημεία όπου ο ήλιος καταφέρνει να τρυπώσει μέσα από τις πυκνές φυλλωσιές. Είναι το σπίτι της οικογένειας Παρπαρούση, ο δικός τους «παράδεισος», μόλις λίγα χιλιόμετρα έξω από την Πάτρα, στη θέση Μποζαΐτικα.
«Οταν έφυγα για σπουδές στη Βουργουνδία», θυμάται ο Πατρινός οινοποιός, «στην Ελλάδα υπήρχαν ελάχιστα εμφιαλωμένα κρασιά και σχεδόν όλοι έπιναν ρετσίνα. Την ίδια ώρα, οι Γάλλοι καθηγητές μου μιλούσαν για τα κρασιά σαν να επρόκειτο για έργα τέχνης. Και, φυσικά, δεν είχαν σε μεγάλη υπόληψη τους Ελληνες. Υποστήριζαν πως δεν θα μπορέσουμε ποτέ να κάνουμε μεγάλα κόκκινα κρασιά. Εβαλα ένα στοίχημα τότε. Και νομίζω ότι το κέρδισα». Αναμφισβήτητα... Στο οινοποιείο, που βρίσκεται ακριβώς δίπλα στο πατρογονικό του, παράγονται μερικά από τα πιο εμβληματικά ελληνικά κρασιά: Petite Fleur, Δώρα του Διονύσου, TAOS, Μοσχάτος Ρίου Πατρών.
Ο αμπελώνας του Κτήματος καλύπτει σήμερα 100 στρέμματα, φυτεμένα με Σιδερίτη, Μαυροδάφνη, Αγιωργίτικο, Μοσχάτο Ρίου Πατρών, Μαυροδάφνη, αλλά και Ασύρτικο και Αθήρι. Οι ετικέτες που παράγονται είναι έντεκα - με νέα «άφιξη» ένα ροζέ κρασί από Σιδερίτη. Για τον Θανάση Παρπαρούση σημασία έχει η δουλειά στο αμπέλι. «Πρέπει να είμαστε επικεντρωμένοι σε ήπιες καλλιέργειες, να μη βλέπουμε αρνητικά την ύπαρξη άλλων φυτών μέσα στα αμπέλια. Σε αντίθεση με ό,τι πίστευαν παλαιότερα, δεν υπάρχουν εχθροί, κακά ζιζάνια. Ολα είναι μια αλυσίδα. Από μια αρμονική συνύπαρξη βγαίνουν τα καλά κρασιά».
Τη φιλοσοφία αυτή έχει μεταλαμπαδεύσει και στις δύο κόρες του, που εργάζονται μαζί του στο οινοποιείο: τη Δήμητρα και την Εριφύλη, με σπουδές Οικονομικών και Οινολογίας αντίστοιχα. Η τρίτη κόρη, η Γεωργία, είναι μουσικολόγος. «Εχουμε την τύχη να είμαστε σε μια εξαιρετική αμπελουργική ζώνη, αλλά αυτό από μόνο του δεν σημαίνει τίποτα», τονίζει η Εριφύλη. «Μπορεί να έχεις τη δυνατότητα να φτιάξεις ένα πολύ καλό κρασί και να μην... το ξέρεις. Γιατί δεν διαχειρίζεσαι την πρώτη ύλη όπως πρέπει». Η ποιοτική γεωργία έχει τον πρώτο λόγο εδώ, όχι η ποσοτική. Και ο σεβασμός στη φύση και στους δικούς της κανόνες είναι πάνω από όλα. «Αυτό ήταν το πρώτο που έμαθα από τον πατέρα μου», λέει η Δήμητρα. «Μαζί με την αφοσίωσή σου σε καθετί: από το σπίτι και τη δουλειά μέχρι τις κοινωνικές σου δραστηριότητες».
Η παραγωγή είναι περίπου 100.000 φιάλες ετησίως. Σχεδόν το 60% εξάγεται, με τις ΗΠΑ και τον Καναδά να έχουν την πρωτοκαθεδρία και την Ευρώπη (Γαλλία, Γερμανία) να ακολουθεί. «Ας είμαστε ειλικρινείς: εκτός Ελλάδος παίζεται πια το παιχνίδι», λέει ο κ. Παρπαρούσης. Οι δικές τους ετικέτες, πάντως, έχουν τύχει πολύ θερμής υποδοχής στο εξωτερικό. Ειδικά το TAOS. Ηταν δύσκολο το εγχείρημα της ξηρής οινοποίησης της Μαυροδάφνης, ώστε να μπορεί να παλαιώσει. Αλλά κατεβάζοντας κατά πολύ τη στρεμματική απόδοση και δημιουργώντας τις κατάλληλες συνθήκες στο αμπέλι, ο ίδιος κατάφερε να δημιουργήσει αυτό το εξαιρετικό κρασί με τουλάχιστον μία δεκαετία ζωής στο μπουκάλι.
Στην πρώτη μας συνάντηση -πάνε κάμποσα χρόνια- ο πρωτοπόρος Πατρινός οινοποιός μού είχε πει: «Για να βγάλεις ένα καλό κρασί, πρέπει εσύ ο ίδιος να αγαπάς τη ζωή, να εκτιμάς αυτά που έχεις, να αισθάνεσαι γεμάτος». Περνώντας έστω και μία ώρα με την οικογένεια Παρπαρούση, καταλαβαίνει κανείς το μυστικό της επιτυχίας των κρασιών της...
Διαβάστε περισσότερα στο www.oinoxoos.net