Κείμενο: Άγγελος Ρέντουλας
Μας έφεραν ρίγανη του βουνού σε μάτσα από το χωριό ή την προμηθευτήκαμε από κάποιο από τα μπαχαράδικα της κεντρικής αγοράς της περιοχής μας. Την τρίβουμε με τα χέρια αλλά δεν μας αρέσει η αίσθηση που αφήνουν στο στόμα τα σκληρά, χοντροτριμμένα φυλλαράκια. Ας την λεπτοτρίψουμε λοιπόν ώστε να αποκτήσει μορφή και υφή απαλής πούδρας.
Παίρνουμε μια μεγάλη λεκάνη και στερεώνουμε από πάνω μια σίτα ή ένα πολύ λεπτό σουρωτήρι, όχι όπως αυτά που χρησιμοποιούμε για να σουρώνουμε τα μακαρόνια, αλλά ένα που το μεταλλικό πλέγμα του να είναι όπως αυτό που έχει το σουρωτήρι του τσαγιού. Αν δεν έχουμε τίποτα από τα δύο, χρησιμοποιούμε το σουρωτήρι του τσαγιού, όμως η διαδικασία θα μας πάρει πολύ χρόνο – εξάλλου μια τέτοια σίτα θα μας χρησιμεύσει για να κοσκινίζουμε αλεύρι και άλλα παρόμοιας υφής υλικά, να σουρώνουμε ζωμούς, σούπες κ.λπ. Αποχωρίζουμε με τα χέρια τα φύλλα της ρίγανης από τα μεγάλα, σκληρά κοτσάνια (τα οποία δεν πετάμε καθώς μπορούμε να τα χρησιμοποιήσουμε ολόκληρα για να αρωματίσουμε τα φαγητά μας). Μέσα στο σουρωτήρι έχουν συγκεντρωθεί άτριφτα φύλλα και μικρά κοτσάνια. Με το χέρι τα τρίβουμε υπομονετικά πάνω στο μεταλλικό πλέγμα. Όταν τελειώσουμε τη διαδικασία, στη λεκάνη θα έχει συγκεντρωθεί η λεπτοτριμμένη ρίγανη, ενώ στη σίτα-σουρωτήρι θα έχουν απομείνει τα σκληρά κοτσανάκια, τα οποία πετάμε.
Τη ρίγανη την αποθηκεύουμε σε βάζο ή σε μεταλλικό κουτί που κλείνει καλά, έτοιμη να τη χρησιμοποιήσουμε σε ντελικάτα μαγειρέματα.