Κείμενο: Μαρία Βασιλοπούλου
Τι γίνεται όταν ζητάμε πιπέρι καγιέν, επειδή το «απαιτεί» η συνταγή, και αυτό που μας δίνουν είναι μπούκοβο ή καυτερή πάπρικα ή τσίλι; Το χρησιμοποιούμε ή το αφήνουμε για άλλη φορά; Όταν στο φαγητό μας χρειαζόμαστε μια φλογερή νότα, μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε ο,τιδήποτε από τα προαναφερθέντα καυτερά. Όμως, άλλο πιπέρια και άλλο πιπεριά.
Πιπέρια, είναι οι μικροί στρογγυλοί καρποί αναρριχητικού φυτού (μικρού δέντρου) και σε γενικές γραμμές τα χωρίζουμε σε:
- πράσινα
- μαύρα
- λευκά (αποφλοιωμένα μαύρα)
- ρόζ (όχι από πιπερόδενδρο, αλλά από ένα σχοίνο της Νοτίου Αμερικής)
Πιπεριές είναι τα καλλιεργούμενα φυτά με τους ομώνυμους καρπούς και τις χωρίζουμε χονδρικά σε:
- γλυκές (πράσινες, κέρατο, Φλωρίνης κ.ά.)
- καυτερές (τσίλι, χαλαπένιος, μπούκοβο, τσούσκα κ.ά.)
Η πάπρικα, λοιπόν, είναι η σκόνη από αποξηραμένες πιπεριές (συγκεκριμένων ποικιλιών). Τη βρίσκουμε γλυκιά, πικάντικη και καπνιστή. Επίσης, πέρα από σκόνη, τη βρίσκουμε σε νιφάδες, γλυκιά ή καυτερή (αν περιέχει αρκετά από τα καυτερούτσικα σπόρια).
Το πιπέρι καγιέν (γνωστό και ως κοκκινοπίπερο) είναι η σκόνη αποξηραμένων πιπεριών τσίλι, και το ταμπάσκο, ένα κοντιμέντο από πιπεριές τσίλι, ξίδι κ.λπ.