Κείμενο: Άγγελος Ρέντουλας
Ανυποψίαστοι ανεβήκαμε τα σκαλιά του Δημαρχείου της Ερμουπόλεως. Δυο Συριανοί με νταούλι, τσαμπούνα και νησιώτικο τσαμπουκά μάς υποδέχτηκαν μες στο λιοπύρι. Τραγούδι καλωσορίσματος κυκλαδίτικο. Βγήκαν τα κινητά, ρίχτηκαν στα καλώδια τα πρώτα ινσταγκραμικά ενσταντανέ. Στη δροσιά του φουαγιέ, μια μίνι αιγαιοπελαγίτικη ορχήστρα, βιολιά, σαντούρια, κανονάκια και λαγούτα. Δεύτερο καλωσόρισμα, γάργαρο.
Μετά μάς ανέβασε στις σκάλες ήχος πορσελάνινος: μια διμοιρία Συριανοί μάγειροι μας καλούσαν στα ενδότερα, μια φλιτζάνα από καλή φαγιάνς ο καθένας τους στο χέρι και ένα κουταλάκι να χτυπάει το περιεχόμενο: ντεκότο, ήτοι αυγό χτυπητό με ζάχαρη, παιδικό μπρέκφαστ, κρέμα ασπριδερή και αφράτη.
Καθίσαμε. Στο κυλικείο του δημαρχείου, στα μαρμάρινα τραπέζια. Το νησί είχε βάλει τα ακριβά του για το Syros Greatings, το φεστιβάλ γαστρονομίας που διοργάνωσαν ντόπιοι παραγωγοί και μάγειροι: σεμέν και κοφτά, πορσελάνες και κρύσταλλα, ασημένιοι δίσκοι και σκαλιστά χαμόγελα. Και πάνω απόλα συνταγές πολύτιμες, παλιές του τόπου και νέες με τα προϊόντα του: φρισούρες (το ντόπιο french toast) και ψαθούρι (σαντουιτσάκι με σουσαμένιο κουλούρι και λουκούμι), χαλβαδάτο και ρυζόγαλο μεταμοντέρνο, λούτζες και μαραθοσαλάμια, Σαν Μιχάλη (μεγάλη η χάρη του) και ντόπιο κίτρινο βούτυρο.
Τιριτιτίμ (κολοκυθοστραπατσάδα) και γλυκιά ομελέτα χτυπητή με κανέλα. Μέλια και ροφήματα με ντόπια βότανα. Μπρουσκέτες με μαϊντανοσαλάτα και μαραθόπιτες. Κόλλυβα και φανουρόπιτες. Είδες τι μπορούμε να κάνουμε; Είδες τι μαγειρεύουν οι τόποι μας; Το κατάλαβες τώρα ότι μπορούμε με την πολυσχιδή γαστρονομία μας να κατακτήσουμε τον κόσμο; Αρκεί να μπει στα ξενοδοχεία και τα εστιατόριά μας. Αλλά πρώτα στα σπίτια μας. Αν δεν μπουν στα πιάτα μας αυτά, αν δεν γίνουν προτιμήσεις μας, δεν θα πετύχουμε τίποτε. «Κάνουμε προσπάθειες και έρχονται Ελληνες και μάς ζητάνε κρουασάν» μου παραπονέθηκε πανδοχεύς από την Αργολίδα πριν από λίγο καιρό. Αυτά είδα.
Αχ βρε Λίνα, αχ Νικολέτα, Μάρω, Κώστα...
Έχουν περάσει δυο βδομάδες και τα θυμάμαι ακόμα. Παρακολουθώ τα ποστ στο facebook, τα κείμενα στα σάιτ. Γράφουμε οι γραφιάδες του φαγητού, θα κάτσει η λουκουμόσκονη κάποια στιγμή, κάτι όμως θα ’χει μείνει. Καταρχάς μια κάποια γνώση. Και έπειτα, κάτι άλλο σημαντικό μένει από τέτοιες συναντήσεις: γνωρίζονται οι άνθρωποι, γίνονται κοινότητες. Τους είδα να μιλούν μεταξύ τους, μια παρέα, να γίνονται φίλοι στο facebook, φίλοι κανονικοί, να λέει ο ένας στον άλλο τα μυστικά του, τι ξέρει, τι δεν ξέρει. Οι μάγειροι και οι παραγωγοί.