Κείμενο: Δημήτρης Ρουσουνέλος
Φωτογραφία: Άγγελος Ρέντουλας
Η νοσταλγία περί την τροφή και τις παλιές διατροφικές συνήθειες είναι ένα συνηθισμένο φαινόμενο. Ο άνθρωπος φύσει συναισθηματικός ανατρέχει στο παρελθόν και ανασύρει μνήμες παιδικών χρόνων και περιόδων της ζωής του, όπου το φαγητό ήταν αλλιώς. Πιο φτωχικό και λιγότερο τεχνικό, αλλά σίγουρα πιο συναρτημένο με τη ζεστασιά και τη θαλπωρή της εστίας, της οικογένειας, της σχέσης με άλλους ανθρώπους. Σε πολλές περιπτώσεις αυτή η νοσταλγία αναφέρεται σε περιόδους όπου η κατάσταση της χώρας και οι οικονομικές δυνατότητες της οικογένειας, λογικά θα είχαν σύντροφο τη λήθη. Κι όμως συμβαίνει συχνά να αναπολούμε τα πέτρινα χρόνια μας, όπου ακόμα και η ζάχαρη κουκισμένη σε μια βρεγμένη από τη μια της πλευρά φέτα ψωμί… είχε άλλη γλύκα.
Άκουγα συχνά τη Βουλγάρα οικογενειακή φίλη να αναπολεί τις «ερυθρές» μέρες της πατρίδας της, όπου όλα είχαν μιαν άλλη τάξη και τα πράγματα μιαν άλλη γεύση. Ένα επαναλαμβανόμενο «μότο» ήταν κατάληξη όλων των συζητήσεων και των στιγμών αναπόλησης: «Αχ αυτή η ντεμοκρατσία, ντεν είναι το ίντιο πιντί μου, τα κάλασε όλα». Ήταν όλα διαφορετικά και το δίχως άλλο, για όλα έφταιγε η πτώση του τείχους.
Η γεύση, λένε, είναι η πιο αθώα μορφή προπαγάνδας από την οποία κάποιος μπορεί να κινδυνέψει. Γι αυτό και δεν ξαφνιάστηκα καθόλου, με το άρθρο που διάβασα με τίτλο: «Νοσταλγία για τη σοβιετική κουζίνα» του Σεργκέι Ρόγκανοφ βλ. rbth.gr
Σήμερα, γράφει, υπάρχει στη Ρωσία η έντονη τάση προτίμησης εμβληματικών προϊόντων του σοβιετικού παρελθόντος. Η χρήση γνωστών σημάτων και συσκευασιών, η αναζήτηση γεύσεων και υλικών είναι συνεχής. Στα ράφια των σούπερ μάρκετ βιώνεται μια μάχη επικράτησης με αιχμή την επιστροφή στο πρόσφατο παρελθόν.
Επινοητής της σοβιετικής κουζίνας ήταν ο Αναστάς Μικογιάν. Λαϊκός κομισάριος του Στάλιν, πατέρας και ιδεολόγος της σοβιετικής εστίασης, επέβαλε πιάτα, διατροφικές συνήθειες και υποκατάστατα δυτικών προϊόντων, όπως του αμερικάνικου χάμπουργκερ.
Στη Ρωσία τα σιβηριανά πελμένι -τα αγαπημένα του εργένη- τα βρίσκεις πια σε κάθε σπίτι, αφού πωλούνται κατεψυγμένα σε τεράστιες ποσότητες, όπως και οι κονσέρβες ξιδάτων ή μαριναρισμένων λαχανικών και θαλασσινών. Βρίσκεις πιάτα ή μεζεκλίκια ιδιαίτερα, όπως το εορταστικό σοβιετικό ορεκτικό «ρέγκα με γούνα» (κομμάτια φιλέτου ρέγγας, με στρώσεις από ψημένο παντζάρι, πατάτες, καρότα γαρνιρισμένα με μαγιονέζα), αλλά και καραβίσια μακαρόνια με κιμά, γκούλας με φαγόπυρο και ψωμί μαύρο με κάρδαμο και μελάσα.
Μπορεί κάτι να μας θυμίζει στα καθ’ ημάς, αλλά συμβαίνει στη Ρωσία: «…Τα στοιχεία που πριν από λίγα χρόνια αναφέρονταν ως αντικείμενο σκληρής κριτικής –η έλλειψη τροφίμων, ιδιαίτερα στο τέλος της σοβιετικής εποχής- γίνεται τώρα θέμα συγκινητικών αναμνήσεων, ακόμη και υπερηφάνειας». Στη σφαίρα του μύθου το πρόσφατο παρελθόν, οι διατροφικές αξίες και η φυσική γεύση των σοβιετικών πιάτων, για την απλότητά τους και το χαμηλό τους κόστος.
Το διαδικτυακό λινκ rbth.gr/arts/cuisine στο οποίο με έφερε η αναζήτηση στοιχείων για το «πελμένι», ανήκει στην έκδοση «Η Ρωσία σήμερα» (Russia Beyond The Headlines). Πρόκειται για την ηλεκτρονική έκδοση της καθημερινής εφημερίδας Rossiyskaya Gazeta και περιλαμβάνει ενδιαφέροντα άρθρα για τη σύγχρονη ρωσική γαστρονομία και μια σειρά καλογραμμένες συνταγές της παραδοσιακής κουζίνας της Ρωσίας.