Εν αναμονή της φετινής σοδειάς, αλλά και της εφαρμογής των νέων νομοθετικών διατάξεων, μαθαίνουμε τα νεότερα για την πορεία του ελληνικού ελαιολάδου.
Η είδηση ότι από 1Η Γενάρη του 2018 όλα τα εστιατόρια θα πρέπει να έχουν στα τραπέζια τους τυποποιημένα επώνυμα ελαιόλαδα αλλάζει ελαφρώς τα δεδομένα σε ό,τι αφορά την ελαιοπαραγωγή. Στη χώρα μας περίπου το 80% της παραγωγής πωλείται χύμα, είτε χονδρική στο εξωτερικό (κυρίως Ιταλία) είτε στο εσωτερικό μέσω δικτύων προσωπικών σχέσεων, συσκευασμένο στους γνωστούς ντενεκέδες. Η ρύθμιση αυτή, η οποία αποτελούσε πάγιο αίτημα των εταιρειών τυποποίησης, θα απαιτήσει τη διάθεση περίπου 10.000 τόνων επώνυμου ελαιολάδου ετησίως στα εστιατόρια. Και ενώ ο αριθμός δεν είναι μεγάλος, ακόμα και συμβολικά, θεωρείται μια προσπάθεια για να βελτιωθεί η ποιότητα του προϊόντος που φτάνει στον καταναλωτή στα μαγαζιά εστίασης.
Η θετική αυτή κίνηση έρχεται σε μια εποχή ιδιαίτερα δύσκολη για το ελληνικό ελαιόλαδο. Η περσινή χρονιά ήταν από τις χειρότερες για την ελληνική ελαιοκαλλιέργεια και, ενώ η ελιά είναι ένα φυτό που έχει έναν φυσικό κύκλο με θετικές και αρνητικές χρονιές, συνέτρεξαν και άλλοι σοβαροί λόγοι για την πτώση της παραγωγής, τόσο σε ποσότητα όσο και σε ποιότητα. Οι κλιματικές συνθήκες, η μη έγκαιρη και αποτελεσματική αντιμετώπιση προβλημάτων όπως ο δάκος, αλλά και η μείωση της καλλιεργητικής φροντίδας από πλευράς των αγροτών, κυρίως λόγω οικονομικών δυσκολιών, έχει προκαλέσει πολλαπλά προβλήματα στην ελαιοπαραγωγ.
«Πρέπει να καταλάβουμε ότι το terroir, το μικροκλίμα και οι ενδιαφέρουσες ποικιλίες δεν αρκούν, αν δεν βελτιώσουμε τις γεωργικές πρακτικές. Έτσι, θα μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε και τις δύσκολες κλιματικές συνθήκες, και τα υπόλοιπα εμπόδια. Η παράδοση είναι πάρα πολύ σημαντική, είναι τεράστιο κεφάλαιο, αλλά πρέπει να καταγράφεται, να εξελίσσεται και να εκσυγχρονίζεται, για να παρακολουθεί τις αλλαγές και τις νέες απαιτήσεις», επισημαίνει ο κ. Άρης Κεφαλογιάννης, επικεφαλής της εταιρείας «Gaea» και αντιπρόεδρος του ΣΕΒΙΤΕΛ (Σύνδεσμος Ελληνικών Βιομηχανιών Τυποποιήσεως Ελαιολάδου). Την αναζήτηση των βέλτιστων γεωργικών πρακτικών αλλά και των κατάλληλων συστημάτων ελέγχου θεωρεί αναγκαία και ο κ. Βασίλης Ζαμπούνης, εκδότης του olivenews.gr: «Και η ανομβρία και οι υψηλές θερμοκρασίες μπορούν, τουλάχιστον, να εξομαλυνθούν από τις καλές γεωργικές πρακτικές. Οι παραγωγοί όμως δεν ασχολούνται όσο θα έπρεπε, και τα φαινόμενα χειροτερεύουν. Το ίδιο συμβαίνει και με τους ελέγχους, υπάρχουν οι τεχνολογίες και τα συστήματα, δεν υπάρχει θέληση. Και αυτό είναι ζήτημα τόσο της πολιτείας και του κράτους όσο και των επαγγελματικών οργανώσεων».
Το νομοθετικό πλαίσιο υπάρχει όσον αφορά το ελαιόλαδο και είναι αρκετά εκτενές, αλλά το ζήτημα είναι αν και πώς εφαρμόζεται. Χημικές αναλύσεις γίνονται και τα τελευταία χρόνια αυξάνονται και οι οργανοληπτικοί έλεγχοι, και τα εγκεκριμένα εργαστήρια γευσιγνωσίας ελαιολάδου, αλλά η οργάνωση της παραγωγής και των διαδικασιών ελέγχων έχει ακόμα να κάνει πολλά βήματα.
Το ερώτημα λοιπόν δεν είναι μόνο αν ακόμη, ως ελαιοπαραγωγός χώρα, ξέρουμε από καλό λάδι, αλλά αν μπορούμε να προσαρμοστούμε στους καιρούς και πώς.