H Πάβλοβα ήταν μια ρωσίδα μπαλαρίνα που μεσουράνησε τον 19ο αιώνα και στις αρχές του 20ού. Το μικρό της όνομα ήταν Άννα. Γεννημένη στην Αγία Πετρούπολη από μια πλύστρα και έναν πλούσιο Εβραίο τραπεζίτη, ο οποίος ποτέ δεν την αναγνώρισε, γοητεύτηκε από το μπαλέτο όταν η μητέρα της την πήγε να δει την «Ωραία Κοιμωμένη» στο αυτοκρατορικό θέατρο Μαριίνσκι. Στα εννέα της χρόνια πέρασε από οντισιόν, αλλά απορρίφθηκε επειδή θεωρήθηκε πολύ αδύναμη. Έγινε δεκτή έναν χρόνο αργότερα. Προπονούνταν σκληρά και ανέβηκε γρήγορα στην ιεραρχία του μπαλέτου. Το 1906, μετά την εκπληκτική ερμηνεία της ως Ζιζέλ, έγινε πρίμα μπαλαρίνα. Είχε φανατικούς οπαδούς, που αυτοαποκαλούνταν «παβλοβάτζι», και ήταν από τις πρώτες μπαλαρίνες που έκαναν παγκόσμια περιοδεία με δικό της συγκρότημα χορευτών. Κάπως έτσι έφτασε η χάρη της μέχρι τη μακρινή Αυστραλία και τη Νέα Ζηλανδία το 1926.
Kατά τη διάρκεια αυτής της περιοδείας, η Άννα Πάβλοβα πέρασε μερικές ημέρες στο Ουέλινγκτον, την πρωτεύουσα της Νέας Ζηλανδίας. Ο σεφ του ξενοδοχείου ήταν –σύμφωνα με τον βιογράφο της– αυτός που δημιούργησε πρώτος το γλυκό πάβλοβα. Οι Αυστραλοί αντιτείνουν ότι το γλυκό είναι δημιουργία του «δικού» τους Μπερτ Σάτσι, σεφ του ξενοδοχείου Esplanade στο Περθ της Αυστραλίας. Μόνο που η συνταγή του χρονολογείται από το 1935, πολύ μετά την υποτιθέμενη πρώτη εμφάνιση της Πάβλοβα στη Νέα Ζηλανδία. Η Έλεν Λιτς, συγγραφέας του βιβλίου «The Pavlova Story: A Slice of New Zealand’s Culinary History» (εκδ. Otago University Press, 2008), επιχειρεί να ρίξει φως στην υπόθεση ερευνώντας διεξοδικά τα συνταγολόγια των δύο χωρών. Λέει λοιπόν ότι το πρώτο γλυκό με το όνομα πάβλοβα δεν ήταν αυτό που γνωρίζουμε σήμερα, αλλά ένα πολύχρωμο τρεμάμενο ζελέ, και ότι τη σημερινή μορφή του γλυκού την οφείλουμε στις νοικοκυρές της Νέας Ζηλανδίας, οι οποίες αντάλλασσαν συνταγές σε γιορτές και πάρτι και τις διόρθωναν κατά το δοκούν. Στην πορεία, η πάβλοβα επικράτησε να έχει βάση από μαρέγκα, γέμιση από σαντιγί και γαρνιτούρα από φρέσκα φρούτα, συνήθως ακτινίδια και φράουλες. Τα υλικά αυτά παρέπεμπαν στο κοστούμι που φορούσε η Πάβλοβα στην περιοδεία της: η μαρέγκα και η σαντιγί θύμιζαν την αέρινη tutu της, ενώ τα φρούτα αντιπροσώπευαν τα χρωματιστά σιρίτια που την κοσμούσαν.
Δημήτρης Χρονόπουλος
Υλικά
Για τη μαρέγκα
- 100 γρ. ασπράδια (είναι περίπου 3 ασπράδια από μεσαία αυγά)
- 200 γρ. ζάχαρη λευκή, κρυσταλλική
- ξύσμα από 1 πορτοκάλι
Για τη σαντιγί βανίλια
- 250 γρ. κρέμα γάλακτος με 35% λιπαρά
- 1 κουτ. γλυκού υγρή βανίλια
Για το σερβίρισμα
- τα σπόρια από 1-2 ρόδια
- φυλλαράκια δυόσμου
Διαδικασία
Μαρέγκα
- Για να φτιάξουμε τη πάβλοβα με ρόδι, ξεκινάμε προθερμαίνοντας τον φούρνο στους 90°C στη λειτουργία του αέρα και στρώνουμε ένα ρηχό ταψί με λαδόκολλα.
- Στον κάδο του μίξερ χτυπάμε με το σύρμα τα ασπράδια με τη ζάχαρη, μέχρι να σχηματιστεί μια σφιχτή μαρέγκα.
- Προσθέτουμε το ξύσμα και ανακατεύουμε απαλά να σκορπιστεί παντού ομοιόμορφα.
- Αδειάζουμε τη μαρέγκα στη λαδόκολλα και με βρεγμένο κουτάλι την απλώνουμε σε στρογγυλό σχήμα διαμέτρου περίπου 20 εκ.
- Ψήνουμε για περίπου 1 ώρα και 30 λεπτά, μέχρι να σφίξει, να στεγνώσει και να γίνει τραγανή. Ένας τρόπος να βεβαιωθούμε ότι είναι έτοιμη είναι να δοκιμάσουμε αν ξεκολλάει εύκολα από τη λαδόκολλα και αν αισθανόμαστε τη μαρέγκα ελαφριά για τον όγκο της.
- Ξεφουρνίζουμε και την αφήνουμε να κρυώσει.
Σαντιγί βανίλια
- Στον κάδο του μίξερ χτυπάμε με το σύρμα την κρέμα γάλακτος και τη βανίλια σε μεσαία ταχύτητα μέχρι να σχηματιστεί μια αέρινη κρέμα σαντιγί.
Πάβλοβα
- Σε μια πιατέλα σερβιρίσματος τοποθετούμε τη μαρέγκα και από πάνω απλώνουμε τη σαντιγί σε μία παχιά στρώση.
- Καλύπτουμε όλη την επιφάνεια με τα ρόδια και στολίζουμε με τα φυλλαράκια δυόσμου.