Μια μπριζόλα βάρους περίπου 200 γρ. και πάχους 1,5 - 2 εκ. θα υπολογίζουμε πως χρειάζεται περίπου 12 - 15 λεπτά ψήσιμο σε μέτρια φωτιά. Στην αρχή χρειάζεται πολύ δυνατή φωτιά. Πριν τις βάλουμε μέσα, ελέγχουμε αν το σκεύος έχει κάψει καλά.
Αν πρόκειται για μπριζόλες κόντρα ή άλλα μέρη που έχουν λιγότερο λίπος, θα χρειαστούν λιγότερο ψήσιμο για να μη στεγνώσουν. Γι’ αυτά τα κομμάτια (βλ. κόντρα) μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε ρηχές κατσαρόλες (τύπου πλασοτέ) ή βαθιά τηγάνια με καπάκι. Το καπάκι θα συγκρατήσει τους υδρατμούς στο σκεύος και δεν θα αφήσει το κρέας να στεγνώσει. Ακόμη, μέσα στο σκεύος θα δημιουργηθεί μια πολύ νόστιμη σάλτσα από τα υγρά του ίδιου του κρέατος.
Μόλις τις βάλουμε στο τηγάνι, μετριάζουμε τη θερμοκρασία. Οταν περάσουν περίπου 7 - 8 λεπτά, δηλαδή στα μισά του χρόνου ψησίματος, τις γυρίζουμε για να ψηθούν και από την άλλη. Γυρίζουμε τις μπριζόλες μόνο μία φορά, για να προλάβουν να ροδίσουν καλά. Αν χρειαστούν περισσότερο ψήσιμο, συνεχίζουμε με συχνότερα γυρίσματα. Στο τέλος του καθορισμένου χρόνου ελέγχουμε με ένα μαχαίρι στο εσωτερικό (στο κέντρο της μπριζόλας και κοντά στο κόκαλο) και, αν χρειάζεται, την ψήνουμε λίγα λεπτά ακόμη. Σημάδι πως δεν έχουν ψηθεί σωστά είναι κάποια ροζ σημεία στο εσωτερικό τους.
Είναι σημαντικό να βάλουμε στο σκεύος μόνο όσες μπριζόλες χωράνε άνετα. Αν τις στριμώξουμε, η θερμοκρασία θα πέσει απότομα στο σκεύος και, αντί να κάνουν ωραία κρούστα και να ψηθούν σωστά, θα βγάλουν τα υγρά τους και θα μοιάζουν σαν βρασμένες. Οπότε, αν χρειαστεί, τις ψήνουμε σε δόσεις.
Οι χοιρινές μπριζόλες στεγνώνουν γρήγορα μετά το ψήσιμο και γίνονται σκληρές, οπότε πρέπει να καταναλωθούν αμέσως.
* Ευχαριστούμε για τις πολύτιμες πληροφορίες τον Λευτέρη Γεωργιάδη και τον Νίκο Στραβαχιλλέα.