Κείμενο: Μαρία Βασιλοπούλου
«Η μαγειρική είναι απλή...εμείς τη δυσκολεύουμε»
Ο Χρύσανθος Καραμολέγκος είναι ένας ευφάνταστος σεφ. Συνδυάζει ελληνικά, φρέσκα υλικά, εμπνέεται από παραδοσιακές συνταγές, προσθέτει τα «μαγικά» κοσμοπολίτικα φίλτρα του και απογειώνει τα φαγητά του. Οσο πληθωρικός είναι στα πιάτα του, τόσο φειδωλός στις κουβέντες του. Λιγομίλητος και μετρημένος, μακριά από «περιττές» εκθέσεις στα Mέσα, αφήνει τη δουλειά του να μιλάει για αυτόν. Kάθε εστιατόριο με την υπογραφή του έχει αφήσει ιστορία: η «Ντομάτα» στη Σαντορίνη, η «Βιτρίνα», «Αριστερά – Δεξιά», «Απλά», η «Ντομάτα» στο Sani της Χαλκιδικής κ.α. Φέτος συνεργάζεται με το εντυπωσιακό, αρχιτεκτονικά, «Barbouni» στην Costa Navarino με στόχο να γίνει ένας Μεσογειακός γαστρονομικός προορισμός.
Δύσκολος στόχος σκέφτομαι φωναχτά, για να μου απαντήσει:
«Δουλειά και χρόνος χρειάζεται και θα γίνει. Το «Barbouni» είναι μοναδικό, εξαιρετικής αισθητικής εστιατόριο και είναι ... δίπλα στο κύμα. Η Μεσσηνία έχει εξαιρετικά υλικά και πλούσια γαστρονομική παράδοση, η Costa Navarino υποστηρίζει και ενισχύει και τα προϊόντα και τη μεσσηνιακή παράδοση, οπότε θα τα καταφέρουμε. Ηδη, στο μενού κυριαρχούν τα ψάρια και τα θαλασσινά και το 80 – 90 % των υλικών είναι μεσσηνιακά (πολλά φρέσκα λαχανικά και μυρωδικά είναι από το μποστάνι της Costa Navarino)». «Αγαπάτε την ελληνική κουζίνα, τη σέβεστε αλλά την εμπλουτίζετε με εξωτικές πινελιές», παρατηρώ, διαβάζοντας στο μενού τις σαρδέλες τεμπούρα με βινεγκρέτ σύκου και γλυκολέμονο και τη μεσσηνιακή σφέλα συνδυασμένη με μαρμελάδα τομάτας.
«Ετσι δεν είναι και η ζωή; Μικρές, μικρές πινελιές!» μου απαντά γελώντας για να συνεχίσει: «Η μαγειρική είναι απλή, εμείς (οι μάγειρες) τη δυσκολεύουμε. Η ελληνική κουζίνα έχει τόσα υλικά, ιδιαίτερα προϊόντα, πλούσια γαστρονομική ιστορία, το μόνο που χρειάζεται είναι σεβασμός στην παράδοση, στα ήθη και τα έθιμα της. Και οι πινελιές... θα έρθουν».
«Αναφέρεστε μήπως στη μεγάλη φασαρία που γίνεται τον τελευταίο καιρό για τη μοντέρνα ελληνική κουζίνα;», ρωτώ διστακτικά.
«Χα χα! Οπως τα λέτε...μεγάλη φασαρία!», μου απαντά λακωνικά και με νόημα και συνεχίζει: «Στη Σαντορίνη, από όπου κατάγομαι και περνούσα μικρός τα καλοκαίρια μου, ήρθα σε επαφή με τα λίγα αλλά ιδιαίτερα και πολύ καλά προϊόντα του νησιού όπως το ντοματάκι, η μελιτζάνα, το κρασί αλλά και όλα τα υλικά των Κυκλάδων. Συνδυαστικά με την πολύ καλή μαγειρική της μητέρας μου και μιας γειτόνισσας από την Πόλη, αγάπησα τη μαγειρική και την ελληνική κουζίνα. Ακόμα θυμάμαι τις περίεργες για μένα τεχνικές συντήρησης υλικών της Πολίτισσας , όπως να σκεπάζει πορτοκάλια με άμμο, να συντηρεί αυγά κ.α.». «Η γνώμη σας για άλλες κουζίνες;».
«Θαυμάζω πολλές κουζίνες από όλο τον κόσμο. Τα τελευταία χρόνια έχω μια αδυναμία στην κουζίνα του Μαρόκου, του Λιβάνου και της Τυνησίας. Απλά υλικά, μπαχαρικά και αρώματα! Στο μέλλον κάποια άλλη κουζίνα θα ανακαλύψω και θα με μαγέψει. Νομίζω όμως ότι πάντα θα μου αρέσουν τα ελληνικά μαγειρευτά!»