Δεν θα πίστευα, πριν από λίγα χρόνια, πως τα θερμοκήπια μπορούν να εξελιχθούν σε «αρωγό» του βιοκαλλιεργητή. Και όμως. Η εξέλιξη της βιολογικής γεωργίας αλλά και οι κλιματικές συνθήκες που έχουν διαφοροποιηθεί το έκαναν πραγματικότητα. Μιλάμε φυσικά, πάντα, για την Ελλάδα. Στη χώρα μας, τα θερμοκήπια είναι ελαφρές κατασκευές, οι οποίες (ουσιαστικά) προστατεύουν την καλλιέργεια από αέρα, σκόνη και προσβολές, με αποτέλεσμα να χρειάζονται λιγότερες παρεμβάσεις (έστω και τα επιτρεπόμενα στη βιολογική καλλιέργεια σκευάσματα), ενώ περιορίζουν και συγκρατούν εντός τους τα «ωφέλιμα» έντομα - μεγάλο όπλο του καλλιεργητή. Δεν είναι τυχαίο, λοιπόν, το γεγονός ότι πολλοί προτιμούν τη θερμοκηπιακή καλλιέργεια, όχι μόνο για πρώιμα προϊόντα (μέχρι 1-2 μήνες), αλλά και για τα εντός εποχής.
Μύθος: Τα θερμοκήπια δημιουργούν «ψεύτικες συνθήκες».
Αλήθεια: Στην Ελλάδα είναι κυρίως προστατευόμενοι χώροι από πλαστικό ή τζάμι με ξύλινο ή σιδερένιο σκελετό και παράθυρα ανοιχτά, τα οποία κλείνουν, ανάλογα με την περιοχή και την εποχή, κάποιες ώρες. Υπάρχει, λοιπόν, φυσικός αερισμός και επικοινωνία με το περιβάλλον. Τα φυτά που καλλιεργούνται σε αυτά προστατεύονται από το κρύο, τον αέρα, ακόμη και από την... αφρικανική σκόνη. (Οσοι είναι κάποιας ηλικίας θα θυμούνται πόσο αναζητούσαμε τα προϊόντα θερμοκηπίου- έστω και συμβατικά- την εποχή του Τσερνομπίλ.) Χρησιμοποιώντας παράλληλα κατάλληλα δίχτυα, ο γεωργός μπορεί να «κλείσει» έξω τα βλαβερά έντομα. Λόγω δε της μεγάλης ηλιοφάνειας στη χώρα μας, δεν υπάρχει πρόβλημα στη φωτοσύνθεση (τη σημαντική βιοχημική λειτουργία με την οποία τα φυτά συνθέτουν την τροφή τους). Στις ελαχιστότατες περιπτώσεις που θα χρειαστούν «ενισχύσεις», ο παραγωγός μπορεί να χρησιμοποιήσει ειδικές λάμπες - μέθοδος συμβατή με τη βιολογική καλλιέργεια.
Πρέπει, στο μεταξύ, να έχουμε στο νου μας ότι η αλλαγή του κλίματος, η αύξηση της υγρασίας και η έλλειψη χαμηλών θερμοκρασιών που βοηθούν στην καταπολέμηση των παθογόνων έχουν δυσκολέψει τη βιολογική καλλιέργεια - και τα θερμοκήπια μπορούν να δώσουν κάποιες λύσεις. Οπως μας είπε ο κ. Σπαντιδάκης, που καλλιεργεί στη νότια Κρήτη από το 1996, στα πρώτα του βήματα ο περονόσπορος ήταν σπάνιος. Σήμερα, λόγω της υγρασίας, έχει εξελιχθεί σε μια πολύ συνηθισμένη ασθένεια, με καταστροφικές συνέπειες για τις ντομάτες.
Μύθος: Είναι αντιοικολογικά γιατί είναι ενεργοβόρα.
Αλήθεια: Κάτι τέτοιο δεν ισχύει για μια χώρα με τις κλιματολογικές συνθήκες της Ελλάδας, καθώς ελάχιστα χρησιμοποιείται ενέργεια για τη θέρμανσή τους. Ισχύει όμως για τις χώρες της βόρειας Ευρώπης, όπου η αύξηση της θερμοκρασίας είναι απαραίτητη. Εκεί όμως αντιμετωπίζουν το πρόβλημα με άλλες μεθόδους, π.χ. κάνουν συμπαραγωγή (με την ενέργεια που χρησιμοποιούν για να θερμάνουν το θερμοκήπιο, παράγουν και ηλεκτρικό ρεύμα) ή μαζεύουν τους υδρατμούς που παράγονται από τα φυτά. Αυτό απαιτεί πιο εξελιγμένα και σύνθετα θερμοκήπια (με θέρμανση, μικρότερα ανοίγματα, «κλίμα», κουρτίνες, ελεγχόμενο οξυγόνο και διοξείδιο του άνθρακα κ.λπ.).
Και στην Ελλάδα, όμως, αρκετοί παραγωγοί τόσο για λόγους κόστους όσο και για να μειώσουν το «οικολογικό αποτύπωμα» χρησιμοποιούν για πότισμα βρόχινο νερό, βάζουν χωνεμένη κοπριά ή βιολογικά λιπάσματα για να ενισχύσουν το έδαφος και να μειώσουν την αλατότητα (όταν είναι υψηλή, μειώνεται η παραγωγή), κάνουν ηλιοαπολύμανση (φρεζάρουν το έδαφος, το σκεπάζουν με πλαστικό και αφήνουν κλειστό το θερμοκήπιο από 1 μήνα μέχρι 45 ημέρες). Το θέμα του «αδυνατίσματος» του εδάφους το λύνουν με αμειψισπορά, δηλαδή εναλλαγή καλλιεργειών.
Το μεγάλο μειονέκτημα των θερμοκηπίων (που ισχύει και στη χώρα μας) παραμένει ο μεγάλος όγκος των υλικών (πλαστικό, ξύλα κ.λπ.). Κάθε χρόνο, όπως μας είπε ο κ. Χρυσούλας (από το οικολογικό αγρόκτημα Διαμάντη), χρειάζονται 600 ευρώ ανά στρέμμα για την αντικατάσταση και τη συντήρησή τους, με αποτέλεσμα να συσσωρεύονται τόνοι πλαστικών - πρόβλημα που μόνο με ανακύκλωση θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί.
Μύθος: Οι βιολογικές μέθοδοι δεν αποδίδουν στα θερμοκήπια. Χρειάζονται χημικά.
Αλήθεια: Στη βιολογική γεωργία χρησιμοποιούνται όσα σκευάσματα επιτρέπονται και στην υπαίθρια βιολογική γεωργία. Κατά βάση, πρόκειται για αιθέρια έλαια, χαλκό, θειάφι, φυσικές πυρεθρίνες κ.λπ., τα οποία έχουν ελάχιστη υπολειμματικότητα (σε αντίθεση με τα χρησιμοποιούμενα στη συμβατική). Μεγάλος σύμμαχος του βιολογικού γεωργού για την αντιμετώπιση των «φτερωτών» εχθρών είναι τα λεγόμενα «ωφέλιμα» έντομα. Ενα παράδειγμα: Μεγάλος εχθρός της ντομάτας, που στην Ελλάδα εμφανίστηκε στα μέσα του 2008, είναι η Τuta absoluta. Πρόκειται για ένα μικρό λεπιδόπτερο από τη Λατινική Αμερική, που καταστρέφει πολύ γρήγορα φυτά και καρπούς της ντομάτας και το οποίο ακόμα και τα πιο δραστικά χημικά δυσκολεύονται να αντιμετωπίσουν.
Ο «βιολογικός» γεωργός, εξαπολύοντας άλλο έντομο (π.χ. Macrolophus caliginosus), που τρώει τα αυγά της Τuta absoluta, σπάει τη βιολογική της αλυσίδα. Σε συνδυασμό με τη χρησιμοποίηση φερομονών σύγχυσης (μπερδεύουν το αρσενικό για το ποιο είναι θηλυκό και δυσκολεύεται η αναπαραγωγή τους), φωτοπαγίδων αλλά και καλό καθαρισμό του θερμοκηπίου, η Τuta absoluta είναι δυνατόν να αντιμετωπιστεί. Και μια ενδιαφέρουσα παρατήρηση από τον κ. Χρυσούλα: «Τα τελευταία 4-5 χρόνια δεν είχαμε πολύ δυνατούς χειμώνες, με αποτέλεσμα να επιβιώνουν τα ωφέλιμα έντομα. Ετσι το θερμοκήπιο γίνεται εκκολαπτήριό τους».
Αυτό δεν σημαίνει βέβαια ότι είναι όλα εύκολα. Πρέπει ο παραγωγός να βρίσκεται συνεχώς κοντά στην καλλιέργεια, χρειάζεται υπομονή και εμπειρία. Οπως μου είπε ο κ. Μέλλος: «Οταν υπάρξει κάποιο πρόβλημα στη βιολογική γεωργία, βολιδοσκοπούμε τον εχθρό. Μελετάμε τους παράγοντες που οδηγούν σε μια ασθένεια. Αν ο ένας από αυτούς εκλείψει, δεν θα υπάρχει... εχθρός».
* Ευχαριστώ για τη βοήθεια τους παραγωγούς Κ.Σπαντιδάκη («ΒΙΟ-Πλακιάς»), Χ. Κοκαράκη, Γ. Μέλλο («Αειφόρος Γη») και Σπ. Χρυσούλα (οικολογικό αγρόκτημα «Διαμάντι») και τον Ηλ. Κάνταρο, γεωπόνο, σύμβουλο βιολογικής γεωργίας.