Κείμενο: Μερόπη Παπαδοπούλου
Ο μύθος
Με πασαπόρτι μία μποτίλια, βρίσκομαι πια στο Παρίσι του 19ου αι. καθισμένη στο καφέ ανάμεσα στον Ρεμπώ και τον Βερλαίν, τον Ουγκώ και τον Χέμινγουαιη, τον Πικάσο, τον Ντεγκά τον Τουλούζ Λωτρέκ, ως τον μεγάλο Βαν Γκόγκ που ακρωτηριασμένος, βουτηγμένος στη σχιζοφρένεια βρίσκει παρηγοριά στην «πράσινη νεράιδα».
«Έχει υπέροχο χρώμα! Ένα ποτήρι αψέντι είναι τόσο ποιητικό σχεδόν όσο ένα όμορφο ηλιοβασίλεμα…» μονολογεί ο Όσκαρ Ουάϊλντ μ’ ένα ποτήρι στο χέρι απευθυνόμενος στον Ερνεστ Χέμινγουαιη που συμπληρώνει: «Ένα ποτήρι αψέντι παίρνει τη θέση των απογευματινών εφημερίδων, όλων των περασμένων δειλινών στα καφέ, όλων των δέντρων καστανιάς που θα ανθίσουν αυτό το μήνα….»
Ο Πικάσο ζωγραφίζει το 1901 την «Γυναίκα που πίνει αψέντι» και η μποέμικη μέρα στο Παρίσι αρχίζει μ’ ένα ποτό και τελειώνει την heure verte (πράσινη ώρα) με ένα, δύο, τρία ποτηράκια του αγαπημένου απεριτίφ.
Η ιστορία του
Το αψέντι πρωτοφτιάχτηκε το 1797 από τον δρ. Pierre Ordinaire και ο Henri-Louis Pernod έφτιαξε την πρώτη μονάδα παραγωγής το 1805 στην Ελβετία για να μεταφερθεί γρήγορα στο Pontarlier της Γαλλίας. Περιείχε μίγμα βοτάνων με πρώτη την artemisia absinthium (ελληνιστί αψιθιά, αγγλιστί wormwood γερμανιστί wermuth απ’ όπου πήρε τα’ όνομά του και το γνωστό μας βερμούτ που περιέχει άνθη αψιθιάς ) το μελισσόχορτο, τον αστεροειδή γλυκάνισο, την αγγελική, τον ύσσωπο και άλλα που αναμιγνύονται σε μια αλκοολική βάση προερχόμενη από απόσταξη οίνου. Ξεκινάει σαν φάρμακο «δια πάσα νόσον» στο Γαλλικό στρατό μα οι γάλλοι φαντάροι τρελαίνονται για το αλκοολούχο γιατροσόφι που γιατρεύει και την ψυχή.
Οι ορεξιογόνες αρετές της artemisia absinthium που πρώτοι είχαν επισημάνει οι Άραβες και οι Κέλτες, καθιερώνουν το αψέντι ως το λατρεμένο απεριτίφ της υψηλής κοινωνίας, των διανοουμένων και των καλλιτεχνών στο Παρίσι των μέσων του 19ου αι. Όταν όμως η μανία απλώνεται στις ασθενείς οικονομικά τάξεις, το αψέντι γίνεται ένα πολύ κακής ποιότητος ποτό, με επικίνδυνα τοξικά πρόσθετα, τα οποία σε συνδυασμό με έναν κακοσιτισμένο πληθυσμό, υποστηρίζουν σύγχρονοι επιστήμονες, έχουν τα ολέθρια αποτελέσματα που οδηγούν στην δικαιολογημένη απαγόρευση της κυκλοφορίας του. Βάσει όμως της αρχής του προπατορικού αμαρτήματος, το απαγορευμένο γίνεται ακόμα πιο επιθυμητό κι έτσι αψέντι κυκλοφορεί παράνομα μέχρι και το 1930, πολλές φορές «κρυμμένο» σε συσκευασίες τονωτικής λοσιόν για τα μαλλιά!
Το παρόν
Σήμερα, στις περισσότερες χώρες της Ε.Ε. επιτρέπεται η πώληση αψεντιού με χαμηλή περιεκτικότητα σε εκχύλισμα αψιθιάς, συστατικό που σε μεγάλες ποσότητες είναι τοξικό για το νευρικό σύστημα. Οι μεγάλοι παρασκευαστές αψεντιού χρησιμοποιούν εκλεκτά βότανα σε εγκεκριμένες αναλογίες και αποστάγματα οίνων παρασκευάζοντας ένα αρωματικό λικέρ πολύ υψηλόβαθμο πάντα. Επίσης κυκλοφορούν και πολλά «νέα» αψέντια που δεν περιέχουν αψιθιά. Έχουν έντονη τη γεύση του γλυκάνισου και ασπρίζουν αμέσως με την προσθήκη νερού, κανένα όμως δεν έχει το ζωηρό πράσινο χρώμα αλλά και την πικρίλα του αψεντιού που πρέπει οπωσδήποτε να μετριαστεί με την προσθήκη ζάχαρης και άφθονου παγωμένου νερού. Οι πιο εξαντρίκ λένε να το αραιώνεις με αφρώδες παγωμένο ιταλικό κρασί ή σαμπάνια… Σε όποιον αρέσει το γλυκάνισο μπορεί να πιει ένα ποτηράκι ως ορεκτικό. Το αψέντι ξανακάνει έντονα την είσοδό του στη ζωή μας, σαν μία ελιτίστικη μόδα και κουβαλώντας πάντα τους πράσινους μύθους που του δίνουν ιδιαίτερη γοητεία.
Ενα λικέρ για λίγους
Από την ώρα που θα ανοίξει το μπουκάλι έως την στιγμή που θα φέρετε το ποτήρι στα χείλη σας πρέπει να περάσουν περίπου 60΄΄ αν θέλετε να το πιείτε όπως πρέπει. Δηλαδή: να στερεώσετε στο χείλος του ποτηριού το ειδικό διάτρητο κουταλάκι που επάνω του θα τοποθετήσετε ένα κύβο ζάχαρη. Ρίχνετε την απαραίτητη ποσότητα αψεντιού βρέχοντας τη ζάχαρη την οποία στη συνέχεια ανάβετε (με προσοχή! Είναι αλκοόλ 50ο!) Μόλις η ζάχαρη καραμελώμενη πέσει στο ποτήρι προσθέτετε παγωμένο νερό, όσο επιθυμείτε και πίνετε.
Διαβάστε περισσότερα στο www.oinoxoos.net