Κείμενο: Δάφνη Καραπιπέρη
Φωτογραφία: Κατερίνα Καμπίτη
Συζήτηση με την οινοκριτικό των Financial Times, ίσως την πένα που ασκεί τη μεγαλύτερη επιρροή στα οινικά τεκταινόμενα στον κόσμο, στο εστιατόριο του Μουσείου της Ακρόπολης, με τη συνοδεία κόκκινου κρασιού. Ωραίες ιστορίες, ενδιαφέρουσες πληροφορίες, ζεστή ατμόσφαιρα.
Πώς ξεκινήσατε να γράφετε για το κρασί; Νομίζω, πάντα έγραφα. Το πρώτο μου άρθρο δημοσιεύτηκε όταν ήμουν 15 χρόνων στην τοπική εφημερίδα. Ηταν για τη μόδα και το εικονογράφησα κιόλας. Μόλις γιόρτασα τα τεσσαρακοστά μου γενέθλια σε αυτήν τη δουλειά, είναι φοβερό.
Και το κρασί πώς μπήκε στη ζωή σας; Δεν μεγάλωσα με το κρασί. Την εποχή εκείνη, στις αρχές του ’70, το κρασί ήταν κάτι εξωτικό στην Αγγλία, δεν αποτελούσε κομμάτι της κανονικής, καθημερινής μας ζωής. Ομως στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης (σ.σ. όπου σπούδασε Μαθηματικά και Φιλοσοφία), μια μέρα ήπια ένα ποτήρι κόκκινο κρασί Βουργουνδίας και... ήταν καταπληκτικό. Τότε συνειδητοποίησα ότι αυτό το ποτό προσφέρει μεγάλη απόλαυση για τις αισθήσεις, αλλά ότι επίσης περιέχει και πνευματικό ενδιαφέρον. Ενα ποτήρι κρασί περικλείει τόση ιστορία και γεωγραφία.
Ομως, μόλις αποφοίτησα, αν έλεγα στους φίλους μου από την Οξφόρδη ότι θέλω να βρω μια δουλειά που να έχει σχέση με το κρασί, θα τρομοκρατούνταν, θα θεωρούσαν ότι θα σπαταλήσω τα χρόνια που έκανα καλές σπουδές. Το φαγητό και το κρασί δεν ήταν καθόλου σημαντικά τότε.Ετσι, ξεκίνησα να δουλεύω σε μια εταιρεία, στο τμήμα Μάρκετινγκ. Ομως δεν άντεχα τις πολύωρες συσκέψεις και σε τρία χρόνια σταμάτησα. Για ένα χρόνο πήγα να μείνω στην επαρχία. Εκεί, περιτριγυρισμένη από Γάλλους φίλους, για τους οποίους το φαγητό και το κρασί ήταν τρόπος ζωής, αποφάσισα ότι αυτό θέλω να κάνω.
Η πρώτη μου δουλειά, όταν γύρισα στο Λονδίνο, ήταν βοηθός αρχισυντάκτη σε ένα μηνιαίο κλαδικό περιοδικό για την εμπορία κρασιού. Η κυκλοφορία ήταν πολύ μικρή και έτσι μπορούσα να κάνω λάθη και να μην τα δουν πολλοί άνθρωποι και επίσης έμαθα για το κρασί από την πλευρά των εμπόρων, γνώρισα την πραγματικότητα μακριά από τις δημόσιες σχέσεις.
Τι πίνατε προτού ασχοληθείτε με το κρασί; Νερό. Στον πατέρα μου άρεσε το τζιν και η μαμά μου έπινε σέρι. Ηταν πολύ δημοφιλές το σέρι τότε. Θυμάμαι ότι ως έφηβη βγαίναμε έξω για φαγητό με τους δικούς μου -και τα εστιατόρια δεν συνηθίζονταν στην Αγγλία τότε- και έβλεπα τους ανθρώπους γύρω που έτρωγαν μπριζόλα με ένα γλυκό φθηνό κρασί που ερχόταν από την Ισπανία. Δεν ήταν και πολύ ωραίος συνδυασμός.
Πότε άρχισε η Αγγλία να μαθαίνει το κρασί; Οταν εγώ άρχισα να ασχολούμαι, ήταν ακριβώς η εποχή που και οι Αγγλοι άρχιζαν να πίνουν κρασί. Ταξίδευαν με αυτά τα φθηνά πακέτα διακοπών και άρχισαν να πηγαίνουν σε χώρες όπου το κρασί ήταν κάτι φυσικό.
Τώρα, όμως, τα πράγματα έχουν αλλάξει εντελώς… Βέβαια, το κρασί έχει ξεπεράσει την κατανάλωση μπίρας στην Αγγλία. Υπάρχει κάτι που εγώ το θεωρώ σημάδι για το πόσο το κρασί έχει μπει στη ζωή μας. Στις καθημερινές σαπουνόπερες όλοι κυκλοφορούν με ένα ποτήρι κρασί και κανείς δεν δίνει σημασία.
Τι προτιμούν οι Αγγλοι, κόκκινο ή λευκό κρασί; Πίνουμε περισσότερο λευκό κρασί. Στην Αγγλία το κρασί πίνεται συχνά χωρίς φαγητό, σαν απεριτίφ.
Ποιο είναι το πιο δημοφιλές κρασί στην Αγγλία; Το κρασί φορολογείται πολύ στην Αγγλία και αυτό παίζει ρόλο. Αρκετό καιρό τώρα η Αυστραλία ξεπέρασε τη Γαλλία στις πωλήσεις.
Ποιες είναι οι διεθνείς τάσεις στο κρασί αυτήν τη στιγμή; Τι είναι στη μόδα; Υπάρχει μεγάλο ενδιαφέρον για τις τοπικές ποικιλίες και αυτό μπορεί να είναι μεγάλο πλεονέκτημα για την Ελλάδα. Επίσης, δεν αρέσουν πολύ τα κρασιά «που ωριμάζουν σε δρύινα βαρέλια», ίσως επειδή έγινε κατάχρηση. Τα υψηλόβαθμα σε αλκοόλ κρασιά (14-14,5%) δεν είναι ιδιαίτερα δημοφιλή και οι καταναλωτές θαυμάζουν περισσότερο την παραγωγική διαδικασία από ό,τι τις τεχνικές στην οινοποίηση.
Τα ελληνικά κρασιά είναι γνωστά στην Αγγλία; Στις αρχές της δεκαετίας του ’90, ένας Βρετανός, ο Στιβ Ντάνιελ -που νομίζω ότι είχε ένα σπίτι στη Σαντορίνη-, έφερε τα πρώτα κρασιά από την Ελλάδα. Τότε υπήρξε μια μικρή ιστορία αγάπης ανάμεσα στους Βρετανούς και τα ελληνικά κρασιά, αλλά δεν κράτησε για πολύ. Τώρα στο Λονδίνο έχει αρχίσει ξανά μια σχέση των Αγγλων με το ελληνικό κρασί μέσα από τα εστιατόρια. Δυστυχώς, όμως, δεν υπάρχει επίσημος αντιπρόσωπος ελληνικών κρασιών στο Λονδίνο. Θα ήταν καλό οι Ελληνες να έκαναν λίγη διαφήμιση. Υπάρχουν πάρα πολλά νέα εστιατόρια και wine bars στο Λονδίνο αλλά και στο Μάντσεστερ, και όλοι ψάχνουν για κάτι καινούργιο και διαφορετικό να προσθέσουν στον κατάλογό τους.
Εσείς δοκιμάσατε κάποια ελληνικά κρασιά τώρα στην επίσκεψή σας; Στο ξενοδοχείο «Μεγάλη Βρεταννία» στην εκδήλωση για τα «Μεγάλα Κόκκινα Κρασιά» (σ.σ. η Jancis Robinson ήρθε προσκεκλημένη στην εκδήλωση που οργάνωσαν η Vinetum και το The Food and Leisure Guide) εντυπωσιάστηκα γιατί είδα πολλά παλαιωμένα ελληνικά κρασιά. Oταν γίνονται γευστικές δοκιμές ελληνικών κρασιών στο Λονδίνο, συνήθως δοκιμάζουμε τα κρασιά της ίδιας χρονιάς, τα καινούργια. Ηταν πολύ ωραίο το ότι είδα πως αυτά τα κρασιά έχουν ωριμάσει τόσο καλά. Τα ελληνικά κρασιά έχουν μεγάλες δυνατότητες.
Διαπιστώσατε κάποια μειονεκτήματα; Νομίζω ότι οι Ελληνες παραγωγοί θαυμάζουν πολύ τις ξενόφερτες ποικιλίες, όμως στο εξωτερικό υπάρχει μεγαλύτερο ενδιαφέρον για τις ελληνικές ποικιλίες. Γιατί να αγοράσεις ένα ελληνικό Cabernet; Ισως βέβαια να θέλουν να ικανοποιήσουν το ελληνικό κοινό που αγαπάει αυτές τις ποικιλίες.
Ποια ελληνική ποικιλία προτιμάτε; Είμαι μεγάλη θαυμάστρια του Ασύρτικου. Μοσχοφίλερο, Μαλαγουζιά, Μαυροτράγανο, Αγιωργίτικο και Ξινόμαυρο είναι ενδιαφέρουσες επίσης. Είναι πολύ καλό που έχετε τόσο διαφορετικές ποικιλίες με τόσο ισχυρή προσωπικότητα. Νομίζω ότι η Ελλάδα έχει πολλά να προσφέρει.
Πώς θα περιγράφατε ένα καλό κρασί, ποια χαρακτηριστικά θα πρέπει να έχει; Πιστεύω ότι το πρώτο καθήκον ενός κρασιού είναι να σε αναζωογονεί, να σου ανοίγει την όρεξη, να σε κάνει να θέλεις κι άλλο. Να είναι ισορροπημένο, να εκφράζει την ποικιλία και την περιοχή προέλευσής του και με κάποιον τρόπο να είναι ενδιαφέρον.
Χρειάζονται πολλά χρήματα για να απολαύσεις ένα καλό κρασί; Δεν νομίζω ότι η σχέση ποιότητας - τιμής είναι πάντα ευθέως ανάλογη. Πολλά κρασιά είναι υπερτιμημένα, πολύ ακριβά γι’ αυτό που προσφέρουν. Υπάρχουν και πολύ καλά κρασιά που μπορείς να τα βρεις φθηνά, ίσως γιατί δεν είναι στη μόδα, όπως το Beaujοlais αυτή την εποχή. Και στο Μπορντό, εκτός από τα πολύ ακριβά και διάσημα κρασιά, μπορείς να βρεις εξαιρετικά κρασιά από μικρούς παραγωγούς, που δεν είναι καθόλου ακριβά. Εγώ προτιμώ τα «μεσαία» κρασιά, γιατί τα λεγόμενα «μεγάλα» πολλές φορές σε απογοητεύουν ή είναι φτιαγμένα για το μέλλον και δεν ξέρω αν ποτέ θα ωριμάσουν όσο και όπως πρέπει. Πρέπει, όμως, να ξέρεις... Γι’ αυτό πρέπει να συμβουλεύεσαι το site μου (γέλια).
Πώς μπορούμε να συνδυάσουμε ένα κρασί με το φαγητό; Νομίζω ότι μερικές φορές το παρακάνουμε και έτσι τρομάζουμε τους ανθρώπους, νομίζουν ότι συνέχεια κάνουν κάτι λάθος. Πολύ λίγοι συνδυασμοί δεν ταιριάζουν καθόλου. Ποιο είναι το χειρότερο που μπορεί να συμβεί αν τελικά δεν ταιριάζει το φαγητό με το κρασί; Να πιεις ένα ποτήρι νερό και να δοκιμάσεις κάτι άλλο. Οσο περισσότερο καιρό πίνεις κρασί, στο κεφάλι σου, χωρίς να το συνειδητοποιείς, λειτουργεί ένα κομπιούτερ που μαζεύει πληροφορίες και σχεδόν αυτόματα θα σε καθοδηγήσει, όταν διαλέγεις ένα φαγητό, με ποιο κρασί να το συνοδεύσεις. Είναι κάτι σαν ένστικτο.
Ταξιδεύετε, πίνετε κρασιά, γνωρίζετε ανθρώπους. Είναι τόσο συναρπαστικό όσο ακούγεται;
Επίσης, είμαι παντρεμένη με τον κριτικό εστιατορίων των Financial Times Nick Lander, οπότε είναι ο ιδανικός συνδυασμός. Είμαι πραγματικά πολύ τυχερή.